Το ΣΕΚΕΣ μετέφρασε και αναδημοσιεύει μια πολύ ενδιαφέρουσα ανακοίνωση του Ιταλικού Φόρουμ κινημάτων για το νερό, σχετικά με το πρόβλημα λειψυδρίας που αντιμετωπίζει η Ρώμη. Η ανακοίνωση αναφέρεται στη μετοχοποίηση των 4 μεγάλων εταιριών ύδρευσης της Ιταλίας, οι οποίες τα τελευταία 4 χρόνια έδωσαν 2 δις μερίσματα για προσέλκυση επενδυτών, αντί για επενδύσεις στα δίκτυα με αποτέλεσμα οι απώλειες στο δίκτυο της Ρώμης να είναι τεράστιες. Αναφέρει ξεκάθαρα ότι η έμμεση ιδιωτικοποίηση είναι η βασική αιτία του προβλήματος. Σας θυμίζει τίποτα η διανομή μερισμάτων μεγαλύτερη ακόμα και των κερδών; Ότι έκανε η ΕΥΔΑΠ το 2016. Είναι χαρακτηριστικό ότι το δημόσιο ως κρατικό (στην προκειμένη περίπτωση ο δήμος της Ρώμης) χρησιμοποίησε την εταιρία ύδρευσης ως ιδιώτης.
ΙΤΑΛΙΚΟ ΦΟΡΟΥΜ ΚΙΝΗΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΡΟ
Η υδατική κρίση ξεγυμνώνει τις ζημιές από την κακοδιαχείριση και την ιδιωτικοποίηση του νερού
Σταματήστε τη διανομή μερισμάτων, όλα τα κέρδη για την ανανέωση των δικτύων ύδρευσης.
Το φλέγον υδατικό θέμα είναι πλέον απτή πραγματικότητα, με επιβλαβείς επιπτώσεις στη διάθεση για ανθρώπινη χρήση, για τη γεωργία και περισσότερο για το περιβάλλον γενικότερα.
Πρόκειται για μια ζοφερή πραγματικότητα που έχει προκληθεί από την επιδείνωση των κλιματικών αλλαγών συν το ότι εδώ και είκοσι χρόνια υφίστανται επιπλέον και οι διαδικασίες της εμπορευματοποίησης και ιδιωτικοποίησης του νερού.
Οι υποστηρικτές της εισόδου ιδιωτών στη διαχείριση του νερού χρησιμοποίησαν ως κύριο επιχείρημα τη μεγάλη ευκαιρία της διάθεσης κεφαλαίων από τους ίδιους για να καταστεί πιο αποτελεσματική η εξυπηρέτηση των αναγκών υδροδότησης, για να ανανεωθούν τα δίκτυα και για να κατασκευαστούν εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων. Εν κατακλείδι, χάρη στην ελεύθερη αγορά και τον ανταγωνισμό, το όλο εγχείρημα θα ήταν πιο οικονομικό για τους πολίτες.
Η πρόταση περιλάμβανε επίσης το προφανές όφελος προς το περιβάλλον, παρουσιάζοντας την προοπτική ότι οι πόροι θα προστατεύονταν περισσότερο.
Είκοσι χρόνια μετά οι τιμές και οι απώλειες των δικτύων αυξήθηκαν, οι επενδύσεις μειώθηκαν, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει επισημάνει σειρά παραβάσεων που αφορούν την ανεπαρκή διαχείριση των λυμάτων.
Είναι προφανές ότι κάποιοι δεν μας τα είπαν σωστά τα πράγματα.
Σήμερα, οι υποστηρικτές της ελεύθερης αγοράς και των ιδιωτικοποιήσεων, επειδή δεν είναι ικανοποιημένοι από τη διατήρηση των τιμών, με εμφανή ψέματα, αυτά της απόδοσης του επενδυμένου κεφαλαίου που ανακλήθηκε από δημοψήφισμα, υποστηρίζουν ότι οι τιμές δεν αποδίδουν αρκετά κέρδη ώστε να γίνουν οι επενδύσεις, γι’ αυτό και πρέπει (οι τιμές) να αυξηθούν περεταίρω ώστε να ευθυγραμμιστούν με τα επίπεδα της Ευρώπης.
Ότι κάτι δεν πάει καλά με αυτά τα επιχειρήματα είναι πολύ εύκολο να αποδειχτεί:
Οι τέσσερις αδελφές του νερού (IREN, A2A, ACEA, HERA), δηλαδή οι τέσσερις μεγάλες εισηγμένες στο χρηματιστήριο εταιρείες κοινής ωφέλειας, από το 2010 μέχρι το 2014, διένειμαν πάνω από 2 δισεκατομμύρια ευρώ σε μερίσματα στους εταίρους τους, στην πραγματικότητα πάνω από 150 εκατομμύρια ευρώ επιπλέον, από τα κέρδη την ίδια περίοδο.
Η ACEA ATO 2 A.E., από το 2011 μέχρι το 2015, διένειμε κατά μέσο όρο ως μέρισμα στους εταίρους της (σχεδόν αποκλειστικά της ACEA A.E.) το 93% των κερδών, δηλαδή περίπου 65 εκατομμύρια ευρώ τον χρόνο, και μετά πήρε από την ίδια εταιρία, δηλαδή την ACEA Α.Ε , δάνεια σε τιμές αγοράς ώστε να τα χρησιμοποιήσει για να κάνει επενδύσεις.
Χρησιμοποιούμε αυτά τα παραδείγματα γιατί οι 4 εταιρείες κοινής ωφέλειας αντιπροσωπεύουν τους πιο σχετικούς φορείς της ιταλικής αγοράς καθώς εξυπηρετούν συνολικά γύρω στα 15 εκατομμύρια κατοίκους.
Στο μεταξύ η ACEA ATO 2 A.E. είναι μια αντιπροσωπευτική περίπτωση της αποτυχίας του μοντέλου της ιδιωτικοποίησης, που ακόμα και σήμερα εκφράζεται η επιθυμία να εξαπλωθεί σε όλη την Ιταλία: ζημίες από τα δίκτυα που έχουν σχεδόν διπλασιαστεί τα 10 τελευταία χρόνια, αύξηση της περιβαλλοντικής καταστροφής που οφείλεται στη πτώση του επιπέδου του νερού στη λίμνη Μπρατσάνο, η απειλή να υπάρξει περιορισμός στην υδροδότηση για 1,5 εκατομμύρια πολίτες της Ρώμης ως επακόλουθο της επιβολής φραγμού στην πρόσληψη ύδατος από τη λίμνη, μείωση των επενδύσεων.
Τα στοιχεία μάς λένε ολοφάνερα ότι χρήματα υπάρχουν, που όμως δεν χρησιμοποιούνται για να γίνουν επενδύσεις, ώστε να υπάρξει εγγύηση για μια ουσιώδη παροχή υπηρεσίας, αλλά για να αμειφθούν οι μέτοχοι (δημόσιοι και ιδιώτες), δηλαδή το μοντέλο της ιδιωτικής διαχείρισης, σύμφωνα με το οποίο το συνολικό κόστος της υπηρεσίας ύδρευσης καλύπτεται ολοκληρωτικά από την τιμή και η ανάθεση γίνεται σε ιδιώτες, έδειξε την αποτυχία του.
Είναι λοιπόν αναγκαία μια ριζοσπαστική αναθεώρηση της τάσης όσον αφορά αυτό το μοντέλο, που μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με τη επαναδημοτικοποίηση της υπηρεσίας ύδρευσης και ένα νέο σύστημα χρηματοδότησης, που να βασίζεται στο ανταποδοτικό κόστος, τη δημόσια χρηματοδότηση και τη γενική φοροδοτική ικανότητα. Βασικό στοιχείο αυτού του μοντέλου της δημόσιας διαχείρισης είναι η προετοιμασία ενός εθνικού σχεδίου για την ανανέωση των δικτύων ύδρευσης.
Σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση, όσον αφορά την υδροδοτική ανάγκη που είχε προκύψει τελευταία και που εξακολουθεί να έχει δομικά χαρακτηριστικά, χρειάζεται να ληφθούν δραστικά μέτρα ώστε να αντιμετωπιστεί και να βρεθεί υγιής λύση. Ιδιαίτερα, δύο κρίνουμε ότι είναι τα απόλυτης προτεραιότητας μέτρα που μπορούν να υιοθετηθούν σε σύντομο χρονικό διάστημα και με την ύπαρξη ενός νομοθετικού μέσου, όπως το νομοθετικό διάταγμα, που θα προβλέπει:
Την κατανομή των κερδών των φορέων που διαχειρίζονται την υδροδότηση στην ανανέωση των δικτύων ύδρευσης, με βάση αυτό που ορίζει το Εθνικό Σχέδιο.
Κίνητρα εκμοντερνισμού των συστημάτων άρδευσης στη γεωργία (για παράδειγμα άρδευση με αυτόματο πότισμα) και χρησιμοποίηση των ομβρίων υδάτων.
Κίνητρα για την υλοποίηση διπλών δικτύων υδροδότησης και την εγκατάσταση συσκευών για εξοικονόμηση νερού στα κτίρια της υπηρεσίας, μόνιμη και παραγωγική.