«Όταν το νερό λοιπόν στήνει επιχειρήσεις, κοστολογείται και πωλείται υπό τους όρους του κέρδους και του επιχειρηματικού κινδύνου, κοστολογείται μαζί του και η ανθρώπινη ζωή. Ο άνθρωπος παύει να διεκδικεί τα δικαιώματα του και μαθαίνει να τα αγοράζει για όσο το βαστάει η τσέπη του. Ο άνθρωπος κάποτε θα φοβηθεί. Το Κράτος όμως δεν θα είναι εκεί. Γιατί το Κράτος «μίκρυνε» αφού στη θέση του μεγάλωνε η ελεύθερη αγορά».
Έγινε και ο νόμος πεδίο μάχης άνισων παικτών με έπαθλο την ανθρώπινη αξία;
της νομικού Σοφίας Δημοπούλου
Από τη φύση του το νερό είναι ένα αγαθό αλλιώτικο από τα άλλα παρά το γεγονός ότι πωλείται κι αγοράζεται. Το νερό είναι αυτό καθαυτό πλούτος. Είναι ένα συλλογικό αγαθό. Δικαίωμα στο νερό υπάρχει επειδή ακριβώς το νερό είναι ο βασικός όρος ύπαρξης και διατήρησης της ανθρώπινης ζωής.
Εν όψει των διαδικασιών της ουσιαστικής ιδιωτικοποίησης της ΕΥΔΑΠ από την γαλλική ανώνυμη εταιρεία SUEZ και των αισθημάτων ανασφάλειας των πολιτών σχετικά με τη νέα «γαλλική» αγορά του νερού στην Ελλάδα, είναι κρίσιμο να μάθουμε ποια είναι η στάση και του κράτους – έδρας της εταιρείας απέναντι στο κύμα «εμπορευματοποίησης» του νερού με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το λαό.
Φαίνεται πως ο Γάλλος νομοθέτης έσπευσε να θέσει ανεπιφύλακτες ασφαλιστικές δικλείδες για την προστασία των καταναλωτών νερού, επεμβαίνοντας σε ό,τι οι επιχειρήσεις αποκαλούν δικαίωμα, ανάγκη ή πολύ απλά κερδοφορία και «ανάπτυξη»: τη διακοπή της παροχής νερού λόγω απλήρωτων λογαριασμών. Σχετικά μάλιστα είχε αποφανθεί και το γαλλικό Συνταγματικό Συμβούλιο, μετά από προσφυγή επιχείρησης παραπονούμενης για την αντισυνταγματικότητα (!) της «οχύρωσης» του δικαιώματος σε ένα αγαθό ύψιστης σημασίας για την ανθρώπινη ζωή.
Νομοθετικό πλαίσιο στη Γαλλία
Ο γαλλικός κώδικας για το περιβάλλον (άρθρο Λ 211-1) αναφέρει πως το σύνολο των κανόνων των σχετικών με το νερό έχουν ως αντικείμενο την «ισορροπημένη διαχείριση» της φυσικής αυτής πηγής. Η χρήση του νερού είναι αναμφίβολα ποικίλη, το ίδιο και η σημασία του για την ανθρώπινη ζωή και κοινωνία. Ένα αγαθό που «διεκδικείται» από φορείς ποικίλλων συμφερόντων, προκαλεί το ίδιο και ανταγωνισμούς μεταξύ αυτών. Την «ανακωχή» στον πόλεμο» θα τη φέρει μόνο μια στάθμιση, μια κατά περίπτωση στάθμιση μεταξύ των πολλών ανθρώπινων αναγκών. Βασικό όμως ζήτημα και όρος για τις μετέπειτα επιλύσεις και μεθοδεύσεις των διαφόρων συγκρούσεων είναι αυτό της ιδιοκτησίας και της διαχείρισης του νερού.
Το νερό δεν μπορεί να είναι αντικείμενο κυριότητας του καθενός. Η πρόσβαση στο νερό είναι δικαίωμα αφού δικαίωμα όλων μας είναι και η προστασία της ζωής. Η κυριότητα σημαίνει κυριαρχία και η κυριαρχία υποθάλπει τον ανταγωνισμό, την αυθαιρεσία και την ανισότητα. Πρόκειται για την αρχή που το άρθρο 1 του νόμου του 1992 για το νερό θέτει: Το νερό ανήκει στην κοινή κληρονομιά του Έθνους και η χρήση του νερού ανήκει σε όλους.
Πριν το 2007 ο νόμος απαγόρευε στους παρόχους νερού όπως και στους παρόχους ηλεκτρισμού, θερμότητας και αερίου τη διακοπή των υπηρεσιών μόνο για τη χειμερινή περίοδο και αποκλειστικά σε πρόσωπα και οικογένειες με οικονομικά προβλήματα που δικαιούνται για τους 12 τελευταίους μήνες ενός ειδικού επιδόματος κατοικίας. Μέσα από αλλεπάλληλες νομοθετικές μεταρρυθμίσεις, ο Γάλλος νομοθέτης κινήθηκε όλο και ευμενέστερα προς τους πολίτες με αποτέλεσμα από το 2007 και ύστερα, να καθιερώνεται η απόλυτη απαγόρευση διακοπής του νερού ενώ για τις άλλες υπηρεσίες μια σχετική μεν χρονικά απαγόρευση απόλυτη όμως (από το 2013) όσον αφορά το πρόσωπο των οφειλετών – χρηστών.
Με βάση πάντα το γαλλικό δίκαιο, οι διανομείς νερού ασκούν την δραστηριότητά τους σε μια ελεγχόμενη αγορά. Ο λόγος είναι ότι η διανομή πόσιμου νερού είναι μια δημόσια υπηρεσία η παροχή της οποίας στο κοινωνικό σύνολο αποτελεί αρμοδιότητα του Κράτους. Το τελευταίο μπορεί αυτή τη δημόσια υπηρεσία να τη μισθώνει ή να την παραχωρεί σε επιχειρήσεις στο πλαίσιο της αντιπροσώπευσης δημόσιας υπηρεσίας ή κα να την καθιστά αντικείμενο εκμετάλλευσης άμεσα από εταιρίες διαχείρισης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στη Γαλλία επινοήθηκε το σύστημα της παραχώρησης όταν το Δημόσιο επεδίωξε την ανάπτυξη συγκεκριμένων δραστηριοτήτων με την προοπτική της απόδοσης οικονομικού οφέλους,. Η μέθοδος αυτή επέτρεπε στην ιδιωτική επιχειρηματική πρωτοβουλία να αναπτυχθεί χάρη στο κράτος, που κατά αυτήν την έννοια δεν θα αποτελούσε ποτέ κράτος πλήρους αποχής από την οικονομία.
Πάντοτε όμως αυτή η επιχειρηματική δράση των ιδιωτών εποπτεύεται από το Κράτος: Ο διανομέας νερού δεν μπορεί να αρνηθεί να συμβληθεί με χρήστη που εντάσσεται στο δίκτυο που ο διανομέας εκμεταλλεύεται. Οι κανόνες της τιμολόγησης της διανομής πόσιμου νερού καθορίζονται από το νόμο. Κι ο ίδιος ο χρήστης της δημόσιας υπηρεσίας δεν έχει την πολυτέλεια να επιλέξει μεταξύ περισσοτέρων προμηθευτών. Το κράτος παραχωρεί τις υπηρεσίες νερού αλλά δεν παραιτείται από αυτές. Συμβαλλόμενο με έναν ιδιώτη το κράτος διατηρεί την υπεροχή που του δίνει το ίδιο το δίκαιο και που η φύση των παραχωρούμενων υπηρεσιών δικαιολογεί. Έτσι, η περαιτέρω σύμβαση του ιδιώτη παρόχου της υπηρεσίας και του καταναλωτή υφίσταται κατ’ ανάγκη κρατικές παρεμβολές, κρατικές διασπάσεις.
Υπόθεση διακοπής νερού
Ένας καταναλωτής είχε αφήσει απλήρωτους πολλούς λογαριασμούς της SAUR ΑΕ η οποία εκμεταλλεύεται τη δημόσια υπηρεσία της διανομής πόσιμου νερού. Μετά την υπογραφή ενός συμφωνητικού για την αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών και στη συνέχεια της έκδοσης ενός νέου λογαριασμού που κι αυτός έμεινε απλήρωτος, η εταιρεία διέκοψε τη σύνδεση νερού του εν λόγω οφειλέτη. Ο οφειλέτης οδήγησε την υπόθεση στα δικαστήρια ζητώντας να ενεργοποιήσει ξανά η εταιρεία τη σύνδεση νερού και να παραλείψει την έκδοση τιμολογίου για το διάστημα που αντιστοιχούσε στην αποσύνδεση. Η εναγόμενη εταιρεία έθεσε ενώπιον του δικάζοντος πρωτοδικείου ερώτημα επί της συνταγματικότητας της νομοθετικής πρόβλεψης για την διαρκή και απόλυτη υποχρέωση μη διακοπής παροχής του νερού.
Το Συνταγματικό Συμβούλιο (απόφαση 470/2015 της 29/05/2015) σε αντίθεση με προηγούμενη κρίση του Αρείου Πάγου επί του ερωτήματος, απεφάνθη ότι η διάταξη που απαγορεύει, καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, στην πρώτη κατοικία τη διακοπή του δικτύου διανομής νερού, ακόμη και με έμμεσο τρόπο, δηλαδή με ακύρωση του συμβολαίου, λόγω μη πληρωμής των λογαριασμών είναι καθ’ όλα συνταγματική.
Στο νομοθέτη επιτρέπεται να θέτει στην επιχειρηματική και στην συμβατική ελευθερία περιορισμούς που ανταποκρίνονται σε συνταγματικές απαιτήσεις ή απαιτήσεις που τις δικαιολογεί το γενικό (δημόσιο) συμφέρον, υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει μια αναλογία μεταξύ του σκοπού και του επιλεγόμενου μέτρου. Από το Προοίμιο του Συντάγματος συνάγεται ότι η δυνατότητα κάθε άτομο να διαθέτει μια οικία αξιοπρεπή αποτελεί στόχο συνταγματικά επιβαλλόμενο. Ο νομοθέτης θέτει εγγυήσεις, για την πρόσβαση στο νερό που αποτελεί αγαθό ζωτικής σημασίας για το άτομο για την εκπλήρωση αυτού ακριβώς του σκοπού. Επακόλουθο είναι ότι η προσβολή της συμβατικής ελευθερίας και της επιχειρηματικής ελευθερίας, όπως αυτή ( η προσβολή) προκύπτει από την απαγόρευση της διακοπής διανομής νερού, δεν είναι κατάφορα δυσανάλογη σε αναφορά με τον σκοπό του νομοθέτη. Ο νομοθέτης έχει την εξουσία να επεμβαίνει και να επιβάλλει τη βούληση του για να διασφαλίζει το δικαίωμα στην απρόσκοπτη παροχή νερού.
Το Συνταγματικό Συμβούλιο έκρινε πως η αρχή της ισότητας δεν εμποδίζει το νομοθέτη να ρυθμίζει με ανόμοιο τρόπο ανόμοιες καταστάσεις. Οι διανομείς νερού δεν βρίσκονται στην ίδια θέση με αυτή των προμηθευτών ηλεκτρισμού, αερίου και θερμότητας, οι κανόνες που εφαρμόζονται στη διανομή νερού στην πρώτη κατοικία είναι σε άμεση σύνδεση με το σκοπό που έχει αναλάβει ο νομοθέτης, να βεβαιώσει δηλαδή τη συνέχεια της διανομής αυτού του πόρου. Δεν επηρεάζονται οι απαιτήσεις που έχουν οι διανομείς απέναντι στους χρήστες ούτε υφίσταται μετάθεση του κινδύνου αποπληρωμής στους λοιπούς χρήστες.
Η κρατική εποπτεία το «κλειδί» στην επιχειρηματική αναλγησία
Το καθεστώς της δημόσιας υπηρεσίας διέπεται από την αρχή της ισότιμης μεταχείρισης των χρηστών, την αρχή της πολιτικής ουδετερότητας, την αρχή της διαφάνειας και την αρχή της συνεχούς προσαρμογής στις μεταβαλλόμενες ανάγκες.
Κρίσιμο, όπως ορθά αξιολογεί ο Γάλλος νομοθέτης και διακηρύσσει το Συνταγματικό Συμβούλιο είναι η διασφάλιση της συνεχούς λειτουργίας της επιχείρησης και της ποιοτικής παροχής υπηρεσιών, αρχές η εφαρμογή των οποίων εξαρτάται όχι από τον φορέα εκμετάλλευσης του νερού αλλά από την ύπαρξη ή μη κρατικής εποπτείας. Αυτή θα προασπίσει το δικαίωμα στο νερό, δηλαδή εν τέλει την αξιοπρεπή διαβίωση των πολιτών.
Η απόφαση του γαλλικού Συνταγματικού Συμβουλίου ασύνειδα υιοθετεί τη θέση της Ολομέλειας του ελληνικού Συμβουλίου της Επικρατείας (ΟλΣτΕ 1906/2014 ) στο μέτρο που το τελευταίο είχε κι αυτό διακρίνει την υπηρεσία ύδρευσης και αποχέτευσης από τις λοιπές υπηρεσίες κοινής ωφέλειας.
Στην υπόθεση για την ιδιωτικοποίηση της ΕΥΔΑΠ, η ΟλΣτΕ 1906/2014 είχε κρίνει ότι η διατήρηση της πλειοψηφίας του μετοχικού κεφαλαίου στο Ελληνικό Δημόσιο ήταν αναγκαία ώστε να μην μετατραπεί η ΕΥΔΑΠ σε μια ιδιωτική επιχείρηση η οποία κατά κανόνα θα δρα με γνώμονα το κέρδος και θα καθιστά αβέβαιη τη συνέχεια της παροχής προσιτών υπηρεσιών κοινής ωφέλειας. Το ΣτΕ είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η ‘ουσιαστική’ ιδιωτικοποίηση των επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας, παρ’ ότι συνεπάγεται σε κάθε περίπτωση αβεβαιότητα στην παροχή των σχετικών υπηρεσιών, συνιστά προσβολή του δικαιώματος στην υγεία (αρ. 5 παρ. 5 και 21 παρ. 3 Σ) μόνο στο βαθμό που αυτές προσφέρουν αγαθά απολύτως ζωτικής σημασίας.
Η ελληνική νομολογία είχε δηλαδή προβεί για πρώτη φορά σε μια κατηγοριοποίηση, των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας , κάτι το οποίο επιχείρησε και το γαλλικό Συμβούλιο με την αναφορά του στην ανομοιότητα μεταξύ της παροχής νερού και των παροχών θερμότητας και ηλεκτρισμού. Στην πρώτη λοιπόν κατηγορία ανήκουν όσες υπηρεσίες παρέχουν αγαθά, η έλλειψη των οποίων θέτει άμεσα σε διακινδύνευση την υγεία των πολιτών (όπως είναι η ύδρευση και η αποχέτευση). Στη δεύτερη κατηγορία εντάσσονται οι υπόλοιπες υπηρεσίες κοινής ωφέλειας, οι οποίες προσφέρουν αγαθά για την αξιοπρεπή διαβίωση και την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας των πολιτών (π.χ. διανομή ηλεκτρικής ενέργειας, φυσικού αερίου, συγκοινωνίες, τηλεπικοινωνίες, κ.λπ.). Από το γενικό σύνολο των αγαθών ‘χωρίς τα οποία δεν υφίστανται οι ομαλοί όροι για την κατά τα σύγχρονα κριτήρια αξιοπρεπή διαβίωση του ανθρώπου και την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας και δραστηριότητάς του που του εγγυώνται τα άρθρα 2 παρ. 1 και 5 παρ. 1 του Συντάγματος’ διακρίνεται το μερικότερο σύνολο των ‘κατά κυριολεξία, ζωτικής σημασίας για τα φυσικά πρόσωπα’.
Κλείνοντας, αν κάτι πρέπει να συγκρατήσουμε από την υπόθεση της διακοπής νερού και το νομοθετικό πλαίσιο που την προκάλεσε είναι πως ο πολίτης δεν αξιώνει – κι ούτε μπορεί κιόλας – από τον εκάστοτε επιχειρηματία να λάβει τη θέση της Κυβέρνησης. Η τελευταία δεν παραχωρεί τη θέση της. Εξακολουθεί να οφείλει η ίδια – χωρίς αντιπροσώπους ή οιουδήποτε τύπου μεσάζοντες- να σέβεται και να προασπίζεται την συνταγματικώς επιβαλλόμενη ανθρώπινη αξία. Η εξουσία άλλωστε δεν σημαίνει αυθαιρεσία ! Ένα μη απολυταρχικό κράτος δεν είναι κυρίαρχο. Υπόκειται στο νόμο. Δεσμεύει και δεσμεύεται. Δεν έχει δικαιώματα, όπως έχει ένας ιδιώτης, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, αλλά αναλαμβάνει ορισμένες αρμοδιότητες με σκοπό τη συνέχεια του, τη διατήρηση του και τους επιμέρους συνταγματικούς σκοπούς. Μόνο ο νόμος μπορεί να μεταβάλλει τις κρατικές αρμοδιότητες στο μέτρο βέβαια που δεν προσκρούει σε συνταγματικές αρχές και κανόνες.
Όταν το νερό λοιπόν στήνει επιχειρήσεις, κοστολογείται και πωλείται υπό τους όρους του κέρδους και του επιχειρηματικού κινδύνου, κοστολογείται μαζί του και η ανθρώπινη ζωή. Ο άνθρωπος παύει να διεκδικεί τα δικαιώματα του και μαθαίνει να τα αγοράζει για όσο το βαστάει η τσέπη του. Ο άνθρωπος κάποτε θα φοβηθεί. Το Κράτος όμως δεν θα είναι εκεί. Γιατί το Κράτος «μίκρυνε» αφού στη θέση του μεγάλωνε η ελεύθερη αγορά.