ΤΟΥ ΛΕΩΝΙΔΑ ΒΑΤΙΚΙΩΤΗ
Τέτοιο τεκμηριωμένο δημόσιο κατηγορώ στο ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, τέτοιο σχολαστικό εγκώμιο στα κοινά αγαθά ελάχιστες φορές έχει δει το φως της δημοσιότητας. Πολύ περισσότερο με την υπογραφή του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ, όπως η έκθεση (δες εδώ), με ημερομηνία 26 Σεπτεμβρίου 2018, του ειδικού εισηγητή για την ακραία φτώχεια και τα ανθρώπινα δικαιώματα Φίλιπ Άλστον που διαβιβάστηκε εκ μέρους του Αντόνιο Γκουτιέρες στη Γενική Συνέλευση του οργανισμού (Α/73/396).
Πολύ περισσότερο με την υπογραφή του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ, όπως η έκθεση (δες εδώ), με ημερομηνία 26 Σεπτεμβρίου 2018, του ειδικού εισηγητή για την ακραία φτώχεια και τα ανθρώπινα δικαιώματα Φίλιπ Άλστον που διαβιβάστηκε εκ μέρους του Αντόνιο Γκουτιέρες στη Γενική Συνέλευση του οργανισμού (Α/73/396).
Η ανησυχία του ειδικού εισηγητή του ΟΗΕ, είναι ευθέως ανάλογη της έκτασης που έχει προσλάβει η γάγγραινα των ιδιωτικοποιήσεων στο σύγχρονο κόσμο, μισό αιώνα σχεδόν μετά το πρώτο κύμα των ιδιωτικοποιήσεων που ξεκίνησε από τον αιμοσταγή δικτάτορα της Χιλής, Αουγκούστο Πινοτσέτ, ο οποίος άνοιξε το δρόμο τον οποίο στη συνέχεια διάβηκαν και «τερμάτισαν» άλλοι νεοφιλελεύθεροι όπως η Θάτσερ με την εκλογή της το 1979. Το τρέχων κύμα των ιδιωτικοποιήσεων ξεκίνησε μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 κι επιβλήθηκε στο όνομα των περικοπών δαπανών και της λιτότητας. Παρότι είναι δύσκολο να αποτιμηθεί οικονομικά το φαινόμενο του ξεπουλήματος δημόσιας περιουσίας και ειδικά σε παγκόσμια κλίμακα, υπολογισμοί της Παγκόσμιας Τράπεζας που παρακολουθούν τις διαδικασίες σε 139 χώρες χαμηλού και μέσου εισοδήματος στους τομείς ενέργειας, μεταφορών, τηλεπικοινωνιών, ύδρευσης και αποχέτευσης υπολογίζουν ότι οι ιδιωτικοποιήσεις αφορούν 7.023 περιπτώσεις, αντιπροσωπεύοντας επενδύσεις συνολικού ύψους 1,8 τρισ. δολ. Στην ΕΕ από τις αρχές της δεκαετίας του ’90, καταγράφονται 1.749 συνεργασίες δημόσιου – ιδιωτικού τομέα, αξίας 336 δισ. ευρώ κυρίως στους τομείς μεταφορών, υγείας και εκπαίδευσης.
Επεκτείνεται η γάγγραινα
Στο έδαφος ωστόσο των κραυγαλέων αποτυχιών των ιδιωτικοποιήσεων και των διορθώσεων που ακολουθούν στη συνέχεια ώστε να εξασφαλιστεί η παροχή των αγαθών που αποτυγχάνει να προσφέρει ο ιδιωτικός τομέας υπάρχει μια αυξανόμενη συζήτηση για το φαινόμενο των επαναδημοτικοποιήσεων. Καταγράφηκαν για την ακρίβεια από το 200 ως το 2015 σε 37 διαφορετικές χώρες, 235 περιπτώσεις επαναδημοτικοποίησης εταιρειών ύδρευσης. Επεκτείνοντας τους τομείς οικονομικής δραστηριοποίησης για να συμπεριληφθούν η ενέργεια, συλλογή απορριμμάτων, εκπαίδευση, υγεία και κοινωνικές υπηρεσίες εντοπίστηκαν 835 παραδείγματα επαναδημοτικοποίησης που εκτείνονται σε 1.600 πόλεις και 45 διαφορετικά κράτη. Ακόμη κι αυτές ωστόσο οι αποδεδειγμένες αποτυχίες του ιδιωτικού τομέα δεν έχουν καταφέρει να ανασχέσουν την κυρίαρχη τάση. «Οποιαδήποτε αίσθηση ότι οι ιδιωτικοποιήσεις είναι γενικά σε υποχώρηση διαψεύδεται από τις στατιστικές και τα προγράμματα των σημαντικότερων διεθνών οργανισμών» συμπεραίνει με εμφανή απογοήτευση το στέλεχος του ΟΗΕ.
Από τις ημέρες που ο Πινοτσέτ εμφάνιζε τις ιδιωτικοποιήσεις ως αντίδοτο στην οικονομική πολιτική του Αλιέντε μέχρι τις μέρες μας έχουν αλλάξει σημαντικά ωστόσο οι μορφές τους. Η επικρατούσα πλέον αφορά διαφορών κατηγοριών συμπράξεις του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, που διευρύνουν σημαντικά τον ίδιο τον ορισμό της ιδιωτικοποίησης. Σ αυτό το πλαίσιο, όπως κατά λέξη αναφέρεται «οι εταιρείες παίρνουν τα κέρδη, αλλά οι κυβερνήσεις θα αναλάβουν το μεγαλύτερο μέρος των ζημιών αν αποδειχθούν σημαντικές». Δεν πρόκειται δηλαδή για μια ισότιμη οικονομική συνεργασία, όπως συχνά ο ουδέτερος όρος Σύμπραξη Δημόσιου – Ιδιωτικού Τομέα δηλώνει…
Η έκθεση του ΟΗΕ τονίζει την «εντυπωσιακή απόσταση ανάμεσα στις εξιδανικευμένες αφηγήσεις και τα ευρήματα που περιλαμβάνονται σε πολλές από τις θεωρητικές και εμπειρικές μελέτες επί του θέματος». Επικαλείται μάλιστα δύο εξ αυτών. Η πρώτη έρευνα προέρχεται από το Ελεγκτικό Συνέδριο του Ηνωμένου Βασιλείου και συντάχθηκε το τρέχων έτος. Καταλήγει ότι τα σχήματα ιδιωτικής χρηματοδότησης αποδείχθηκαν υπερβολικά δαπανηρά κι ελάχιστα αποδοτικά στη παροχή νοσοκομείων, σχολείων και άλλων δημόσιων υποδομών σε σύγκριση με τη δημόσια χρηματοδότηση. Η άλλη έκθεση που επικαλείται ο ειδικός εισηγητής του ΟΗΕ προέρχεται από το Ελεγκτικό Συνέδριο της ΕΕ που εξέτασε 12 ΣΔΙΤ σε Γαλλία, Ελλάδα, Ιταλία και Ισπανία, στους τομείς οδικών μεταφορών, και τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών. Το συμπέρασμα ήταν πώς οι συμπράξεις χαρακτηρίζονταν από «ευρείες ελλείψεις και περιορισμένα οφέλη»!
Στο επίκεντρο ωστόσο της έκθεσης βρίσκονται οι δραματικές επιπτώσεις των ιδιωτικοποιήσεων στην ακραία φτώχεια και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Ο εισηγητής από την εισαγωγική περίληψη κιόλας τονίζει: «Συχνά η ιδιωτικοποίηση περιλαμβάνει την εξάλειψη της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την περαιτέρω περιθωριοποίηση των συμφερόντων των χαμηλών εισοδημάτων και όσων ζουν στη φτώχεια. Οι υπάρχοντες μηχανισμοί λογοδοσίας για τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι εμφανώς ακατάλληλοι για να διαχειριστούν τις προκλήσεις που παρουσιάζονται με τις εκτεταμένες ιδιωτικοποιήσεις μεγάλης κλίμακας. Οι υπέρμαχοι των ανθρωπίνων δικαιωμάτων χρειάζεται να αναθεωρήσουν εκ βάθρων την προσέγγισή τους», καταλήγει ο συγγραφέας από την περίληψη κιόλας, τονίζοντας τον κατεπείγοντα χαρακτήρα της κατάστασης.
Οικονομικά ασυμβίβαστα
Για να καταλήξει σε αυτό το συμπέρασμα ο διεθνούς φήμης καθηγητής Νομικής Φίλιπ Άλστον, που στο προφίλ του λογαριασμού του στο twitter καταθέτει τις βαθιά πολιτικές του αντιλήψεις γράφοντας «η φτώχεια είναι μια πολιτική επιλογή», αναφέρει αρχικά ότι οι ιδιωτικοποιήσεις έχουν πάψει να προβάλλονται στη βάση της χρηστικής τους πλευράς, πχ να προσφέρουν κεφάλαια σε μια περίοδο λιτότητας, κι έχουν μεταμορφωθεί σε μια ιδεολογία διακυβέρνησης. Σε αυτό το πλαίσιο, «ο επαναπροσδιορισμός του δημόσιου αγαθού με όρους ελευθερίας από την κυβέρνηση από κοινού με τη “απελευθέρωση” που προσφέρεται από την επιχειρηματική αποδοτικότητα και κερδοφορία, θέτει θεμελιώδη ερωτήματα από τη σκοπιά των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Είναι οι ιδιωτικές οντότητες αφοσιωμένες στην μεγιστοποίηση των δικών τους κερδών σε σχέση με την προστασία των δικαιωμάτων των κοινοτήτων; Είναι δυνατό να ιδιωτικοποιήσουν ζωτικής σημασίας υπηρεσίες με τέτοιο τρόπο ώστε να διασφαλίζουν πώς οι πιο ευάλωτοι δε θα έρθουν σε πιο μειονεκτική θέση; Αν για ικανοποιηθεί αυτός ο όρος απαιτούνται εκτενείς συνθήκες δεν υποσκάπτεται έτσι το μεγαλύτερο μέρος του σκεπτικού για την ιδιωτικοποίηση; Πώς θα μπορούσαν οι εταιρείες να εξασφαλίσουν τα δικαιώματα των λιγότερων ευκατάστατων χωρίς να υποσκάψουν τη δική τους κερδοφορία; Πώς μπορούν υποχρηματοδοτούμενες δημόσιες υπηρεσίες να επιβλέπουν αποτελεσματικά τις επιδόσεις των διάφορων ιδιωτικών εταιρειών ακόμη και για να εξασφαλίσουν τη μη διάκριση, πόσο μάλλον το συνολικό σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων; Ποιος είναι ο ουσιαστικός ρόλος που μπορούν να διαδραματίσουν η συμμετοχή και η λογοδοσία όταν ιδιωτικές εταιρείες, που λειτουργούν στη βάση εμπορικών αρχών, λαμβάνουν κρίσιμες αποφάσεις που επηρεάζουν τη δημόσια ευημερία και τα ατομικά δικαιώματα; Και πώς μπορούν διεθνείς μηχανισμοί λογοδοσίας επί των ανθρωπίνων δικαιωμάτων να διαδραματίσουν ένα σημαντικό ρόλο όταν η ιδιωτικοποίηση πραγματοποιείται εντός πλαισίων που αποκλείουν προβληματισμούς για τα ανθρώπινα δικαιώματα κι όταν οι ιδιωτικές εταιρείες επιμένουν ότι δεν έχουν υποχρεώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα;» Πρόκειται για μια σειρά από πέρα για πέρα εύστοχα ερωτήματα που αποδεικνύουν ότι κάθε ιδιωτικοποίηση εξ ορισμού προσβάλει και περιορίζει τα ανθρώπινα δικαιώματα. Πολύ περισσότερο τα εργασιακά…
Αναφέρει χαρακτηριστικά η έκθεση για μια μορφή ιδιωτικοποίησης που κάνει θραύση στην Ελλάδα ανεξαρτήτων κυβερνήσεων: «Τα έργα υποδομών θα είναι πιο ελκυστικά στους ιδιώτες παρόχους εκεί όπου μπορούν να επιβληθούν σημαντικά τέλη χρήστη και τα κόστη κατασκευής είναι χαμηλά. Οι φτωχοί όμως δύσκολα μπορούν να πληρώσουν, αδυνατούν να χρησιμοποιήσουν πολλές υπηρεσίες και συχνά ζουν σε απομακρυσμένες ή διαφορετικά σε περιοχές που δεν εξυπηρετούνται κανονικά. Ύδρευση, αποχέτευση, ηλεκτρισμός, δρόμοι, μεταφορές, εκπαίδευση, φροντίδα υγείας, κοινωνικές και χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες είναι πολύ λιγότερο πιθανό να προφέρονται κατάλληλα ή σε καλή ποιότητα στους φτωχούς. Αντίθετα, τέτοια άτομα είτε καταλήγουν να στερούνται αυτές τις υπηρεσίες ή πληρώνουν ακόμη υψηλότερες τιμές για υποκατάστατες υπηρεσίες. Για παράδειγμα, όσο πληθαίνουν τα ακριβά διόδια στους δρόμους, οι φτωχοί επιλέγουν υποδεέστερες, κακά συντηρημένες και περιθωριακές εναλλακτικές επιλογές». Αφθονούν τα σχετικά παραδείγματα από την ελληνική εμπειρία…
Η έκθεση, που θα αποτελέσει σημείο αναφοράς για την καθαρότητα των απόψεων και των συμπερασμάτων της, καταλήγει μεταξύ άλλων στο εξής πολύτιμο συμπέρασμα: «Η ιδιωτικοποίηση στηρίζεται σε παραδοχές θεμελιωδώς διαφορετικές από εκείνες που υποστηρίζουν το σεβασμό για τα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως την αξιοπρέπεια και την ισότητα. Το κέρδος είναι ο υπερισχύον στόχος και προβληματισμοί για την ισότητα και τη μη διάκριση αναπόφευκτα περιέρχονται σε δεύτερη μοίρα. Ρυθμιστικοί και άλλοι μηχανισμοί αντιμετωπίζονται σαν εμπόδια στην αποδοτικότητα και η λογοδοσία για οτιδήποτε άλλο πέραν των οικονομικών αποτελεσμάτων αντιμετωπίζονται τουλάχιστον άβολα… Αυτοί που είναι φτωχοί, σε ανάγκη ή αντιμετωπίζουν πρόβλημα περιθωριοποιούνται. Η φροντίδα, η συμπόνοια, η κοινωνική αλληλεπίδραση, η αλληλεγγύη και η κοινότητα, μεταξύ άλλων, είναι ξένες έννοιες που ανήκουν κάπου αλλού. Καθώς η κοινωνία των πολιτών έχει να παίξει έναν κρίσιμο ρόλο, πιθανότατα δεν μπορεί να επωμιστεί από μόνη της το βάρος, χωρίς να έχει τους κατάλληλους πόρους ή την αρμοδιότητα».
Ευχής έργο θα ήταν οι διαπιστώσεις του ΟΗΕ να υιοθετηθούν από τις κυβερνήσεις, τουλάχιστον όσες δεν είναι νεοφιλελεύθερες.
Πηγή: Περιοδικό Επίκαιρα, τ. 400, Νοέμβριος 2018