από τη Μαρία Παρέντη
Σαράντα εννέα χρόνια μετά το απριλιανό πραξικόπημα και σαράντα δύο σχεδόν από την πτώση του κι όμως πολλές αποφάσεις και νομοθετήματα των συνταγματαρχών εξακολουθούν να ισχύουν ακόμη. Στελέχη που ποτέ δεν έκρυψαν τη συμπάθεια ή ακόμη και την εμπλοκή τους στο καθεστώς βρίσκονται σε ύπατα αξιώματα (Πανεπιστήμια, Δικαστήρια, Στρατός, Κεντρική Διοίκηση, Εκκλησία).
Την ίδια στιγμή τέσσερις στους δέκα Έλληνες θεωρούν πως η στρατιωτική τυραννία στάθηκε ευεργετική ή έστω ανώδυνη, ενώ ένας στους πέντε πιστεύει πως μια νέα δικτατορία θα ήταν “εθνοσωτήριος’”. Μνήμες αμβλύνθηκαν και σκέψεις αλλοιώθηκαν.
Φτάσαμε στο σήμερα λοιπόν, που η εκάστοτε εξουσία βαφτίζει μεταρρυθμίσεις τα αντιλαϊκά μέτρα , αποκαλεί “αναδιοργάνωση” την κατάργηση του κοινωνικού κράτους και αποδομεί τις όποιες κατακτήσεις του λαϊκού κινήματος στο όνομα της “ανάπτυξης” και της “σωτηρίας του κράτους”. Τα “δικά της παιδιά” βολεμένα σε θεσμικές θέσεις, διατυμπανίζουν το ευεργέτημα της αξιοκρατίας κατηγορώντας για λαϊκισμό όλους όσοι αντιδρούν σε αυτή την παρωδία, όλους όσοι παλεύουν για τα αυτονόητα.
Η πρακτική αυτή δεν είναι ξένη. Τα φασιστικά στελέχη του μεταξικού καθεστώτος, εκείνοι που υπηρέτησαν στη συνέχεια τον κατακτητή, ήταν τα ίδια ακριβώς άτομα που μετά την απελευθέρωση επανήλθαν στις θέσεις τους ατιμώρητα, προκειμένου να αντιμετωπιστεί ο επικείμενος “κομμουνιστικός κίνδυνος”. Έναν κίνδυνο που αργότερα, όταν «η ασθενής δημοκρατία έχρηζε γύψου» , επικαλέστηκε η χούντα «για να σώσει την χώραν από τον κρημνόν».
Η εξέγερση των φοιτητών στις 17 του Νοέμβρη που ακολούθησε, ήταν η άοπλη, αλλά μαζική λαϊκή σύγκρουση με την τυραννία. Μια περιφρόνηση στη βία και στο θάνατο που εκπορεύθηκε από το πλέον υγιές κομμάτι εκείνης της κοινωνίας, τη νεολαία. Πολλά έχουν ειπωθεί για αυτή με τελευταία τη σύγκρισή της με την σημερινή αιτιολογημένη αντίδραση του φοιτητικού και μαθητικού κινήματος και την άγρια καταστολή της.
Δεν έχει ιδιαίτερη σημασία να ψάχνουμε ομοιότητες και διαφορές, η επανάσταση, η εξέγερση, ή αντίδραση του κάθε καταπιεσμένου δεν αναζητούν μανιχαϊστικά κατάλληλες κοινωνικές συνθήκες. Η επανάληψη της ιστορίας προκαλείται συνήθως από την ίδια την εξουσία καθώς αυτής τα συμφέροντα εξυπηρετεί, αναπαράγοντας τις ίδιες μεθόδους, μετερχομένη τα ίδια μέσα, ανακαλώντας την ίδια αφήγηση.
Χρέος δικό μας είναι η ανατροπή της. Και η ευθύνη της μνήμης.
Οφείλουμε να μην ξεχνάμε πια. Να θυμόμαστε εκείνους που υπηρέτησαν πιστά τις συντηρητικές πολιτικές, που βόλεψαν και βολεύτηκαν, που μας αποκάλεσαν “τεμπέληδες και χαμένη γενιά”, που έκαναν το παρόν μας θλιβερό και το μέλλον μας αβέβαιο, εκείνους που μας χτυπούσαν στο δρόμο, εκείνους που αποκαλούσαν τους μαθητές “θρασίμια”.
Ας διδάξει πια κάτι αυτή η περιβόητη ιστορική πείρα!
*Το παρόν κείμενο πρωτοδημοσιεύθηκε στο http://thethreemooges.blogspot.gr/ ένα χρόνο και κάτι πριν. Τίποτα δεν άλλαξε παρά μόνο μια κατ’επίφασιν ”αριστερή” νότα στην εξουσία.